Στοιχειώνω στα ιταλικά

Μετάφραση: στοιχειώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tana, covo, Haunt, ritrovo, tormentare, infestano
Στοιχειώνω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στοιχειώνω

στοιχειώνω συνώνυμο, στοιχειώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, στοιχειώνω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • στοιχείο στα ιταλικά - elemento, elemento di, dell'elemento, elementi, componente
  • στοιχειώδης στα ιταλικά - elementare, elementari, elementary
  • στοιχηματίζω στα ιταλικά - scommettere, scommessa, puntata, scommesse, bet
  • στολή στα ιταλικά - uniforme, divisa, uniformi, omogenea, omogeneo
Τυχαίες λέξεις
Στοιχειώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: tana, covo, Haunt, ritrovo, tormentare, infestano