Στοιχειώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: στοιχειώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Haunt, Tillhåll, Håll, Mans Haunt, hemsöka
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοιχειώνω
στοιχειώνω συνώνυμο, στοιχειώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, στοιχειώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στοιχείο στα σουηδικά - element, grundämne, elementet, del, inslag, faktor
- στοιχειώδης στα σουηδικά - elementär, elementära, elementärt, grundläggande, folk
- στοιχηματίζω στα σουηδικά - vad, satsning, bet, insats, spel, insatsen
- στολή στα σουηδικά - uniform, enhetlig, enhetligt, enhetliga, likformig
Τυχαίες λέξεις
Στοιχειώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: Haunt, Tillhåll, Håll, Mans Haunt, hemsöka
Μεταφράσεις: Haunt, Tillhåll, Håll, Mans Haunt, hemsöka