Συνεπάγομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: συνεπάγομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gefa til kynna, fela, kynna, í sér, fela í sér
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεπάγομαι
συνεπάγεται english, συνεπάγομαι συνώνυμα, συνεπάγομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συνεπάγομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συνεισφορά στα ισλανδικά - framlag, framlagi, iðgjald, mörkum, framlags
- συνενώνω στα ισλανδικά - samsteypa, samstæðan, samsteypan
- συνεπής στα ισλανδικά - ábyggilegur, áreiðanlegur, samræmi, í samræmi, samkvæmur, samræmist, stöðug
- συνεπαίρνω στα ισλανδικά - aðflutningur, ertir
Τυχαίες λέξεις
Συνεπάγομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gefa til kynna, fela, kynna, í sér, fela í sér
Μεταφράσεις: gefa til kynna, fela, kynna, í sér, fela í sér