Συνεπάγομαι στα φινλανδικά
Μετάφραση: συνεπάγομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
edellyttää, merkitä, merkitse, merkitse sitä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεπάγομαι
συνεπάγεται english, συνεπάγομαι συνώνυμα, συνεπάγομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συνεπάγομαι στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- συνεισφορά στα φινλανδικά - lahjoitus, panos, lahja, avustus, osuus, Osallistuminen, rahoitusosuus, ...
- συνενώνω στα φινλανδικά - liittää, sitoa, yhdistyä, solmia, yhdentyä, yhtyä, eheyttää, ...
- συνεπής στα φινλανδικά - luotettava, yhtenäinen, yhteensopiva, jykevä, täsmällinen, jämerä, vakaa, ...
- συνεπαίρνω στα φινλανδικά - viedä, lumota, ajo, tuoda, kuljetus, kuljettaa, hurmata, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεπάγομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: edellyttää, merkitä, merkitse, merkitse sitä
Μεταφράσεις: edellyttää, merkitä, merkitse, merkitse sitä