Συνεπάγομαι στα τσεχικά

Μετάφραση: συνεπάγομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyžadovat, způsobit, naznačovat, zahrnovat, znamenat, znamenalo
Συνεπάγομαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεπάγομαι

συνεπάγεται english, συνεπάγομαι συνώνυμα, συνεπάγομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, συνεπάγομαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • συνεισφορά στα τσεχικά - přispívání, přínos, příspěvek, vklad, článek, přispění, spoluúčast, ...
  • συνενώνω στα τσεχικά - připojit, sloučit, přidat, šev, svázat, spojit, semknout, ...
  • συνεπής στα τσεχικά - souvislý, dochvilný, souhlasný, shodný, soudržný, hodnověrný, jistý, ...
  • συνεπαίρνω στα τσεχικά - doprava, strhnout, nadchnout, nosit, transportovat, dopravovat, dopravit, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεπάγομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyžadovat, způsobit, naznačovat, zahrnovat, znamenat, znamenalo