Σφετερισμός στα ισλανδικά

Μετάφραση: σφετερισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
usurpation
Σφετερισμός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφετερισμός

σφετερισμός συνώνυμα, σφετερισμός συνώνυμο, σφετερισμός σημασία, σφετερισμός ορισμός, σφετερισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σφετερισμός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σφαδάζω στα ισλανδικά - writhe
  • σφετερίζομαι στα ισλανδικά - usurp
  • σφηνώνω στα ισλανδικά - hýsa, sultu, Jam, sulta, djass-, sultur
  • σφικτά στα ισλανδικά - fast, vel, þétt, fastur, tryggilega
Τυχαίες λέξεις
Σφετερισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: usurpation