Τύρφη στα ισλανδικά
Μετάφραση: τύρφη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mó, mór, mós, mór
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τύρφη
τύρφη τιμή θεσσαλονίκη, τύρφη χώμα, τύρφη ph, τύρφη θεσσαλονικη, τύρφη ενυδρείου, τύρφη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τύρφη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τύμπανο στα ισλανδικά - tromma, trommur, að tromma, trommuþurrkara
- τύπος στα ισλανδικά - gerð, tegund, ferðar, tegund ferðar
- τύφλωση στα ισλανδικά - blinda, blindu, hann fulla sjón, fulla sjón, Forherðing
- τύχη στα ισλανδικά - hending, happ, tilviljun, tækifæri, Fortune, örlög, gæfu, ...
Τυχαίες λέξεις
Τύρφη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: mó, mór, mós, mór
Μεταφράσεις: mó, mór, mós, mór