Υιοθετώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: υιοθετώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ættleiða, samþykkja, taka, setja, að samþykkja, taka upp
Υιοθετώ στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υιοθετώ

υιοθετώ αγγλικα, υιοθετώ αντώνυμο, υιοθετώ ένα παιδί, υιοθετω συνώνυμο, υιοθετώ μεταφραση, υιοθετώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υιοθετώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • υιοθέτηση στα ισλανδικά - ættleiðing, samþykkt, upptaka, Innleiðing, upptöku
  • υιοθεσία στα ισλανδικά - ættleiðing, samþykkt, upptaka, Innleiðing, upptöku
  • υιός στα ισλανδικά - sonur, sonr, syni, sonar
  • υλισμός στα ισλανδικά - efnishyggja, efnishyggju
Τυχαίες λέξεις
Υιοθετώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ættleiða, samþykkja, taka, setja, að samþykkja, taka upp