Υιοθετώ στα τούρκικα
Μετάφραση: υιοθετώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
beslemek, benimsemek, kabul, benimsemeye, benimsenmesi, benimseyen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υιοθετώ
υιοθετώ αγγλικα, υιοθετώ αντώνυμο, υιοθετώ ένα παιδί, υιοθετω συνώνυμο, υιοθετώ μεταφραση, υιοθετώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, υιοθετώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- υιοθέτηση στα τούρκικα - kabul, benimseme, benimsenmesi, kabulü, kabul edilmesi
- υιοθεσία στα τούρκικα - kabul, benimseme, benimsenmesi, kabulü, kabul edilmesi
- υιός στα τούρκικα - oğul, oğlum, oğlu, son, evlat
- υλισμός στα τούρκικα - materyalizm, materyalizmin, materyalizmi, maddecilik
Τυχαίες λέξεις
Υιοθετώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: beslemek, benimsemek, kabul, benimsemeye, benimsenmesi, benimseyen
Μεταφράσεις: beslemek, benimsemek, kabul, benimsemeye, benimsenmesi, benimseyen