Υφήλιος στα ισλανδικά
Μετάφραση: υφήλιος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heimur, hnöttur, veröld, heimurinn, heiminum, heim, heimi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υφήλιος
υφήλιος προξένου κορομηλά, υφήλιος travel, υφήλιος ταξιδιωτικό γραφείο, υφήλιος καρδιτσα, υφήλιος αιγάλεω, υφήλιος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υφήλιος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υστέρηση στα ισλανδικά - hysteresis
- υφή στα ισλανδικά - þykja, áferð, Áferðin
- υφαίνω στα ισλανδικά - weave, fléttast, vefnaður
- υφαντής στα ισλανδικά - Weaver
Τυχαίες λέξεις
Υφήλιος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: heimur, hnöttur, veröld, heimurinn, heiminum, heim, heimi
Μεταφράσεις: heimur, hnöttur, veröld, heimurinn, heiminum, heim, heimi