Φυλακίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: φυλακίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fangelsa, nemi, starfsnemi, Intern, starfsneminn, Intem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυλακίζω
φυλακίζω αγγλικα, φυλακίζω συνωνυμα, φυλακίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, φυλακίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- φυλή στα ισλανδικά - ættbálkur, kapp, keppninni
- φυλακή στα ισλανδικά - fangelsi, Prison, fangelsinu, Fangelsið, dýflissu
- φυλακισμένος στα ισλανδικά - bandingi, fangi, Fanginn, bandingja, fangi sem
- φυλαχτό στα ισλανδικά - Talisman
Τυχαίες λέξεις
Φυλακίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fangelsa, nemi, starfsnemi, Intern, starfsneminn, Intem
Μεταφράσεις: fangelsa, nemi, starfsnemi, Intern, starfsneminn, Intem