Φυλακίζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: φυλακίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
інтэрн, Інтерн
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυλακίζω
φυλακίζω αγγλικα, φυλακίζω συνωνυμα, φυλακίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φυλακίζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- φυλή στα λευκορωσικά - гонка
- φυλακή στα λευκορωσικά - вастрог, турма, тюрьма, вязьніца
- φυλακισμένος στα λευκορωσικά - зняволены, заключаны, вязень, зьняволены, вязня
- φυλαχτό στα λευκορωσικά - талісман
Τυχαίες λέξεις
Φυλακίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: інтэрн, Інтерн
Μεταφράσεις: інтэрн, Інтерн