Χορταστικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: χορταστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fylla, fyllingu, Fyllingin, að fylla, fylling
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χορταστικός
χορταστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, χορταστικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- χοροστατώ στα ισλανδικά - chorostato
- χορταίνω στα ισλανδικά - sat, settist, sat fyrir
- χορτοφάγο στα ισλανδικά - grænmetisæta, grænmetisfæði, grænmetisætur, fyrir grænmetisætur
- χορτοφάγος στα ισλανδικά - jurtaæta, grænmetisæta, grænmetisfæði, grænmetisætur, fyrir grænmetisætur
Τυχαίες λέξεις
Χορταστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fylla, fyllingu, Fyllingin, að fylla, fylling
Μεταφράσεις: fylla, fyllingu, Fyllingin, að fylla, fylling