Βουνό στα ισπανικά

Μετάφραση: βουνό, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
montaña, cabalgadura, montar, monte, armar, cerro, montañoso, de montaña, la montaña, montañas
Βουνό στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βουνό

βουνό σαμοθράκης, βουνό ονειροκρίτης, βουνό της μακεδονίας, βουνό πελοποννήσου, βουνό με βουνό δεν σμίγει, βουνό λεξικό γλώσσας ισπανικά, βουνό στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • βουλιμία στα ισπανικά - avidez, avaricia, codicia, rapacidad, bulimia, la bulimia, de la bulimia
  • βουλώνω στα ισπανικά - atascar, calafatear, masilla, calafateo, masilla de, la masilla
  • βουρκωμένος στα ισπανικά - acuoso, brumoso, Misty, brumosa, niebla, de niebla
  • βουρτσίζω στα ισπανικά - pincel, cepillo, cepillar, brocha, cepillo de, el cepillo
Τυχαίες λέξεις
Βουνό στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: montaña, cabalgadura, montar, monte, armar, cerro, montañoso, de montaña, la montaña, montañas