Βουνό στα τούρκικα

Μετάφραση: βουνό, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dağ, Mountain, dağlık, bir dağ
Βουνό στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βουνό

βουνό σαμοθράκης, βουνό ονειροκρίτης, βουνό της μακεδονίας, βουνό πελοποννήσου, βουνό με βουνό δεν σμίγει, βουνό λεξικό γλώσσας τούρκικα, βουνό στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • βουλιμία στα τούρκικα - hırs, bulimia, bulimiya, bulimi
  • βουλώνω στα τούρκικα - takunya, kalafatlamak, kalafat, caulk, kalafat etmek, da caulk
  • βουρκωμένος στα τούρκικα - sulu, puslu, sisli, misty, puslu bir, buğulu
  • βουρτσίζω στα τούρκικα - fırça, fırçası, fırçalar, fýrça, bir fırça
Τυχαίες λέξεις
Βουνό στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dağ, Mountain, dağlık, bir dağ