Κερδοσκόπος στα ισπανικά

Μετάφραση: κερδοσκόπος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
especulador, especulador de, especuladores, el especulador
Κερδοσκόπος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κερδοσκόπος

κερδοσκόπος online, κερδοσκόπος συνώνυμο, κερδοσκόπος συνώνυμα, κερδοσκόποσ ορισμόσ, κερδοσκόπος ετυμολογία, κερδοσκόπος λεξικό γλώσσας ισπανικά, κερδοσκόπος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • κερδοσκοπικός στα ισπανικά - especulativo, especulativa, especulativas, especulativos, especulación
  • κερδοσκοπώ στα ισπανικά - especular, acaparador, aprovechado, especulador, especulador de, profiteer
  • κερνώ στα ισπανικά - procesar, curar, tratar, KERNO
  • κεσάτι στα ισπανικά - crisis, depresión, kesati
Τυχαίες λέξεις
Κερδοσκόπος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: especulador, especulador de, especuladores, el especulador