Χειραφετώ στα ισπανικά

Μετάφραση: χειραφετώ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
emancipar, facultar, facultar a, enfranchise, conceder derechos
Χειραφετώ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χειραφετώ

χειραφετώ ορισμος, χειραφετώ λεξικό γλώσσας ισπανικά, χειραφετώ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • χειραγωγία στα ισπανικά - consejo, aconsejar, conducta, manipulador, manipulador de, del manipulador, manipulante, ...
  • χειραφέτηση στα ισπανικά - emancipación, liberación, la emancipación, de emancipación, emancipación de
  • χειρισμός στα ισπανικά - manipulación, la manipulación, manipulación de, de manipulación, la manipulación de
  • χειριστής στα ισπανικά - operador, telefonista, operador de, operario, del operador, el operador
Τυχαίες λέξεις
Χειραφετώ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: emancipar, facultar, facultar a, enfranchise, conceder derechos