Χειραφετώ στα νορβηγικά
Μετάφραση: χειραφετώ, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
frigjøre, enfranchise
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειραφετώ
χειραφετώ ορισμος, χειραφετώ λεξικό γλώσσας νορβηγικά, χειραφετώ στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- χειραγωγία στα νορβηγικά - veiledning, råd, manipulator, manipulatoren, robot
- χειραφέτηση στα νορβηγικά - frigjøring, befrielse, emancipation, frigjøringen, frigjørings
- χειρισμός στα νορβηγικά - manipulasjon, manipulering, manipulere
- χειριστής στα νορβηγικά - operatør, operatøren, føreren
Τυχαίες λέξεις
Χειραφετώ στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: frigjøre, enfranchise
Μεταφράσεις: frigjøre, enfranchise