Άκαμπτος στα ιταλικά
Μετάφραση: άκαμπτος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rigido, erto, rigida, rigidi, rigide
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άκαμπτος
άκαμπτος άξονας, άκαμπτος συνώνυμα, άκαμπτος συνώνυμο, άκαμπτος λεξικό γλώσσας ιταλικά, άκαμπτος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- άθλημα στα ιταλικά - evento, vicenda, caso, avvenimento, sport, sportiva, lo sport, ...
- άθλιος στα ιταλικά - lamentoso, scarso, disgustoso, pietoso, disgraziato, infelice, misero, ...
- άκαρπος στα ιταλικά - infruttuoso, sterile, arido, vano, inutile, infruttuosa, infruttuosi
- άκομψος στα ιταλικά - sgraziato, goffo, sgraziata, goffa, ungainly
Τυχαίες λέξεις
Άκαμπτος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: rigido, erto, rigida, rigidi, rigide
Μεταφράσεις: rigido, erto, rigida, rigidi, rigide