Ανεκτός στα ιταλικά
Μετάφραση: ανεκτός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tollerabile, tollerabili, sopportabile, accettabile, tollerato
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεκτός
ανεκτός συνωνυμο, ανεκτός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ανεκτός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ανεκτικός στα ιταλικά - tollerante, tolleranti, tolleranza, tolerant
- ανεκτικότητα στα ιταλικά - tolleranza, la tolleranza, di tolleranza, tolleranza di, della tolleranza
- ανελέητος στα ιταλικά - lugubre, spietato, tetro, perdona, non perdona, implacabile, inesorabile
- ανεμιστήρας στα ιταλικά - ventilatore, fan, ventola, del ventilatore, ventilatore a
Τυχαίες λέξεις
Ανεκτός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: tollerabile, tollerabili, sopportabile, accettabile, tollerato
Μεταφράσεις: tollerabile, tollerabili, sopportabile, accettabile, tollerato