Αστείος στα σουηδικά
Μετάφραση: αστείος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
underhållande, konstig, komisk, kul, löjlig, besynnerlig, egendomlig, lustig, rolig, roliga, roligt, funny
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστείος
αστείος αντίθετο, αστείος μονόλογος, αστείοσ ετυμολογία, άγιος αστείος, αστείος διάλογος, αστείος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αστείος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ασταμάτητος στα σουηδικά - oupphörlig, ostoppbar, ostoppbara, ohejdbar, oslagbart, unstoppable
- αστείο στα σουηδικά - skämt, skämta, gyckla, skämtet, skämt för
- αστερίσκος στα σουηδικά - asterisk, asterisken, stjärna
- αστερισμός στα σουηδικά - stjärnbild, konstellation, konstellationen, stjärnbilden
Τυχαίες λέξεις
Αστείος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: underhållande, konstig, komisk, kul, löjlig, besynnerlig, egendomlig, lustig, rolig, roliga, roligt, funny
Μεταφράσεις: underhållande, konstig, komisk, kul, löjlig, besynnerlig, egendomlig, lustig, rolig, roliga, roligt, funny