Αστερίσκος στα ιταλικά
Μετάφραση: αστερίσκος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
asterisco, dall'asterisco
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστερίσκος
πανοραμικός αστερίσκος, αστερίσκος φυτό, αστερίσκος λεξικό γλώσσας ιταλικά, αστερίσκος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αστείο στα ιταλικά - scherzo, scherzare, bavaglio, lazzo, celia, burla, battuta, ...
- αστείος στα ιταλικά - divertente, strano, lepido, bizzarro, dilettevole, giocondo, comico, ...
- αστερισμός στα ιταλικά - costellazione, costellazione di, costellazione del, della costellazione, costellazioni
- αστιγματικός στα ιταλικά - astigmatico, astigmatica, astigmatic, astigmatici, astigmatismo
Τυχαίες λέξεις
Αστερίσκος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: asterisco, dall'asterisco
Μεταφράσεις: asterisco, dall'asterisco