Αταξία στα ιταλικά
Μετάφραση: αταξία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
disordine, soqquadro, scompiglio, atassia, l'atassia, atassia di, ataxia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αταξία
αταξία του φρίντραϊχ, αταξια τηλεαγγειεκτασία, αταξία τελαγγειεκτασία, αταξία του φρίτραϊχ, αταξία ορισμός, αταξία λεξικό γλώσσας ιταλικά, αταξία στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αταβισμός στα ιταλικά - atavismo, atavism, atavico, l'atavismo, all'atavismo
- αταβιστικός στα ιταλικά - atavico, atavica, atavici, ataviche, atavistic
- αταραξία στα ιταλικά - quiete, pacatezza, tranquillità, quietismo, il quietismo, quietism, quietista
- ατελιέ στα ιταλικά - officina, laboratorio, studio, Monolocale, studio di, in studio, da studio
Τυχαίες λέξεις
Αταξία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: disordine, soqquadro, scompiglio, atassia, l'atassia, atassia di, ataxia
Μεταφράσεις: disordine, soqquadro, scompiglio, atassia, l'atassia, atassia di, ataxia