Δακτυλίδι στα ιταλικά

Μετάφραση: δακτυλίδι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
anello, chiamare, denominare, suonare, campanello, ring, anello di, l'anello, ad anello
Δακτυλίδι στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δακτυλίδι

δαχτυλίδι στον αντίχειρα, δαχτυλίδι στο στομάχι, δαχτυλιδι σεβαλιε, δαχτυλίδι αρραβώνων δαχτυλιδια αρραβωνων, δαχτυλίδι του μίνωα, δακτυλίδι λεξικό γλώσσας ιταλικά, δακτυλίδι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • δαίμονας στα ιταλικά - demonio, demone, demon, demoni, demoniaca
  • δαγκώνω στα ιταλικά - addentare, addentatura, mordere, morso, abboccare, azzannare, mordermi, ...
  • δακτυλογραφώ στα ιταλικά - tipo, sorta, specie, typewrite, macchina da scrivere, dattilografi, dattilografa
  • δακτύλιος στα ιταλικά - ring, anello, anello di, l'anello, ad anello
Τυχαίες λέξεις
Δακτυλίδι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: anello, chiamare, denominare, suonare, campanello, ring, anello di, l'anello, ad anello