Διάχυση στα ιταλικά

Μετάφραση: διάχυση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
diffusione, la diffusione, di diffusione, diffusion, diffusione di
Διάχυση στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάχυση

διάχυση της ευθύνης, διάχυση συνώνυμο, διάχυση πληροφοριών, διάχυση του ήχου, διάχυση υδρατμών, διάχυση λεξικό γλώσσας ιταλικά, διάχυση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διάφοροι στα ιταλικά - alcuni, parecchi, alcune, parecchie, vari
  • διάφορος στα ιταλικά - differente, vario, diverso, vari, varie, diverse, diversi
  • διάψευση στα ιταλικά - smentita, confutazione, negazione, rifiuto, diniego, la negazione
  • διέγερση στα ιταλικά - eccitazione, stimolazione, stimolo, la stimolazione, di stimolazione, stimoli
Τυχαίες λέξεις
Διάχυση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: diffusione, la diffusione, di diffusione, diffusion, diffusione di