Δυστυχισμένος στα ιταλικά
Μετάφραση: δυστυχισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
infelice, disgraziato, infelici, insoddisfatto, triste, scontenti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυστυχισμένος
χορν δυστυχισμένος, δυστυχισμένος χορν στιχοι, περιπλανώμενοσ δυστυχισμένοσ, δυστυχισμένος γάμος, είμαι δυστυχισμένος, δυστυχισμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, δυστυχισμένος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- δυστυχής στα ιταλικά - infelice, disgraziato, infelici, insoddisfatto, triste, scontenti
- δυστυχία στα ιταλικά - disgrazia, squallore, miseria, sfortuna, sventura, penuria, infelicità, ...
- δυστυχώς στα ιταλικά - purtroppo, sfortunatamente, Sfortunatamente non
- δυσφήμιση στα ιταλικά - detrazione, maldicenza, detraction, la detrazione, la maldicenza
Τυχαίες λέξεις
Δυστυχισμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: infelice, disgraziato, infelici, insoddisfatto, triste, scontenti
Μεταφράσεις: infelice, disgraziato, infelici, insoddisfatto, triste, scontenti