Επιδείνωση στα ιταλικά
Μετάφραση: επιδείνωση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
aggravamento, aggravarsi, peggioramento, esasperazione, l'aggravarsi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδείνωση
επιδείνωση καιρού, θεραπευτική επιδείνωση, επιδείνωση συνώνυμο, επιδείνωση βικιλεξικο, επιδείνωση του καιρού, επιδείνωση λεξικό γλώσσας ιταλικά, επιδείνωση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- επιδαψίλευση στα ιταλικά - epidapsilefsi
- επιδαψιλεύω στα ιταλικά - doccia, generoso, rovescio, acquazzone, elargire, sontuoso, sontuosa, ...
- επιδεικτικός στα ιταλικά - suscettibile, ostentato, appariscente, vistoso, vistosa, vistosi, vistose
- επιδεινώνω στα ιταλικά - aggravare, peggiorare, composto, peggiora, aggrava, peggiorano, peggiora il, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιδείνωση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: aggravamento, aggravarsi, peggioramento, esasperazione, l'aggravarsi
Μεταφράσεις: aggravamento, aggravarsi, peggioramento, esasperazione, l'aggravarsi