Επιδείνωση στα ουκρανικά

Μετάφραση: επιδείνωση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зношення, погіршання, псування, погіршення, знос
Επιδείνωση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδείνωση

επιδείνωση καιρού, θεραπευτική επιδείνωση, επιδείνωση συνώνυμο, επιδείνωση βικιλεξικο, επιδείνωση του καιρού, επιδείνωση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιδείνωση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επιδαψίλευση στα ουκρανικά - марнотратно, epidapsilefsi
  • επιδαψιλεύω στα ουκρανικά - душ, жайворонок, зрошувати, закидати, занедбувати, поливати, щедрий, ...
  • επιδεικτικός στα ουκρανικά - показний, вразливий, претензійний, сприйнятливий, дошкульний, чутливий, ефектний
  • επιδεινώνω στα ουκρανικά - псуватися, посилюватися, злуку, становити, сполучати, погіршуватися, обтяжувати, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιδείνωση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зношення, погіршання, псування, погіршення, знос