Επιδείνωση στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: επιδείνωση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
влошување, досадно, влошувањето, нешто досадно, немири
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδείνωση
επιδείνωση καιρού, θεραπευτική επιδείνωση, επιδείνωση συνώνυμο, επιδείνωση βικιλεξικο, επιδείνωση του καιρού, επιδείνωση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επιδείνωση στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- επιδαψίλευση στα σλαβομακεδονικά - epidapsilefsi
- επιδαψιλεύω στα σλαβομακεδονικά - раскошен, раскошна, раскошната, раскошни, обилен
- επιδεικτικός στα σλαβομακεδονικά - претенциозен, ефектен, луксузни
- επιδεινώνω στα σλαβομακεδονικά - се влошува, влошува, влошуваат, ја влошува, се влоши
Τυχαίες λέξεις
Επιδείνωση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: влошување, досадно, влошувањето, нешто досадно, немири
Μεταφράσεις: влошување, досадно, влошувањето, нешто досадно, немири