Ζαλισμένος στα ιταλικά

Μετάφραση: ζαλισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
stordito, frastornato, stordita, intontito, inebetito
Ζαλισμένος στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζαλισμένος

ζαλισμένος συνώνυμα, ζαλισμένος και παλι, ζαλισμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ζαλισμένος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ζαλίζω στα ιταλικά - assordare, disorientare, confondere, bewilder, disorientano, sconcertare
  • ζαλίκι στα ιταλικά - caricare, gravare, aggravio, carico, carica, onere, soma, ...
  • ζαμπόν στα ιταλικά - prosciutto, il prosciutto, prosciutto di, ham, di prosciutto
  • ζαρκάδι στα ιταλικά - cervo, cervi, deer, dei cervi, di cervo
Τυχαίες λέξεις
Ζαλισμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: stordito, frastornato, stordita, intontito, inebetito