Ζαλισμένος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ζαλισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onnozel, flauw, dwaas, duizelig, versuft, verdwaasd, verdoofd, versufte, dazed
Ζαλισμένος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζαλισμένος

ζαλισμένος συνώνυμα, ζαλισμένος και παλι, ζαλισμένος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ζαλισμένος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ζαλίζω στα ολλανδικά - verbijsteren, verstand te beroven, verbijster, war brengen, verbijstert
  • ζαλίκι στα ολλανδικά - belasten, laden, last, beladen, inladen, vracht, lading, ...
  • ζαμπόν στα ολλανδικά - ham
  • ζαρκάδι στα ολλανδικά - hert, herten, deer, ree, herten van
Τυχαίες λέξεις
Ζαλισμένος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onnozel, flauw, dwaas, duizelig, versuft, verdwaasd, verdoofd, versufte, dazed