Ζαλισμένος στα λιθουανικά
Μετάφραση: ζαλισμένος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apsiblausęs, Oburzony, sutrikęs, apsvaigęs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ζαλισμένος
ζαλισμένος συνώνυμα, ζαλισμένος και παλι, ζαλισμένος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ζαλισμένος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ζαλίζω στα λιθουανικά - sugluminti, supainioti, Klaidinti, Samulsināt, Dėti į aklavietės
- ζαλίκι στα λιθουανικά - našta, krovinys, krova, zaliki
- ζαμπόν στα λιθουανικά - kumpis, Ham, kumpio, kumpiu
- ζαρκάδι στα λιθουανικά - elnias, elnių, elniai, deer, elnio
Τυχαίες λέξεις
Ζαλισμένος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: apsiblausęs, Oburzony, sutrikęs, apsvaigęs
Μεταφράσεις: apsiblausęs, Oburzony, sutrikęs, apsvaigęs