Κυκλοφοριακός στα ιταλικά
Μετάφραση: κυκλοφοριακός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
circulative
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυκλοφοριακός
κυκλοφοριακός χάρτης της αθήνας, κυκλοφοριακός φόρτος, κυκλοφοριακός χάρτης αθηνών, κυκλοφοριακός κόμβος αγίου νικολάου, κυκλοφοριακός σχεδιασμός, κυκλοφοριακός λεξικό γλώσσας ιταλικά, κυκλοφοριακός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κυκλοθυμικός στα ιταλικά - lunatico, moody, di Moody, lunatica, volubile
- κυκλοφορία στα ιταλικά - circolazione, traffico, trafficare, pratica, la circolazione, di circolazione, diffusione
- κυκλοφορώ στα ιταλικά - roteare, passare, superare, circolare, autorizzare, liberare, girare, ...
- κυκλώνας στα ιταλικά - ciclone, a ciclone, cicloni, del ciclone, il ciclone
Τυχαίες λέξεις
Κυκλοφοριακός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: circulative
Μεταφράσεις: circulative