Κωλυσιεργώ στα ιταλικά

Μετάφραση: κωλυσιεργώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
impedire, ostacolare, sabotaggio, sabotaggi, il sabotaggio, di sabotaggio, un sabotaggio
Κωλυσιεργώ στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κωλυσιεργώ

κωλυσιεργώ σημασία, κωλυσιεργώ συνώνυμα, κωλυσιεργώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, κωλυσιεργώ στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κυψελιδικός στα ιταλικά - alveolare, alveolari, alveolo, alveoli, alveolar
  • κωλικός στα ιταλικά - colica, coliche, colic, le coliche, la colica
  • κωμικός στα ιταλικά - strano, buffo, dilettevole, divertente, giocondo, bizzarro, spassoso, ...
  • κωμωδία στα ιταλικά - commedia, la commedia, comedy, comicità, comico
Τυχαίες λέξεις
Κωλυσιεργώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: impedire, ostacolare, sabotaggio, sabotaggi, il sabotaggio, di sabotaggio, un sabotaggio