Λάφυρα στα ιταλικά

Μετάφραση: λάφυρα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
saccheggiare, depredare, bottino, spoglie, preda, bottini, guasta
Λάφυρα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λάφυρα

λάφυρα μελίνα κανά, λάφυρα ορισμός, λάφυρα cd, λάφυρα της νύχτας, grepolis λάφυρα, λάφυρα λεξικό γλώσσας ιταλικά, λάφυρα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • λάσπη στα ιταλικά - melma, stillare, cemento, fango, limo, rinsaldare, di fango, ...
  • λάστιχο στα ιταλικά - gomma, di gomma, in gomma, caucciù, della gomma
  • λάχανο στα ιταλικά - cavolo, cavoli, di cavolo, cabbage, del cavolo
  • λέμφος στα ιταλικά - linfa, linfatico, linfatica, della linfa, la linfa
Τυχαίες λέξεις
Λάφυρα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: saccheggiare, depredare, bottino, spoglie, preda, bottini, guasta