Πιλότος στα ιταλικά
Μετάφραση: πιλότος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pilotare, pilota, pilota di, pilot, pilotaggio
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιλότος
πιλότος πολεμικής αεροπορίας, πιλότος πολιτικής αεροπορίας - ειδική σχολή, πιλότος προσόντα, πιλότος αεροσκαφών, πιλότος πολιτικής αεροπορίας, πιλότος λεξικό γλώσσας ιταλικά, πιλότος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πικρόχολος στα ιταλικά - irritabile, imbronciato, cupo, morose, cupa, scontroso
- πιλοτάρω στα ιταλικά - pilotare, pilota, navigare, vai, passare, spostarsi, navigazione
- πινέλο στα ιταλικά - spazzola, fratta, folto, pennello, spazzolare, spazzolino, spazzola di, ...
- πινακοθήκη στα ιταλικά - galleria, galleria di, gallery, della galleria
Τυχαίες λέξεις
Πιλότος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pilotare, pilota, pilota di, pilot, pilotaggio
Μεταφράσεις: pilotare, pilota, pilota di, pilot, pilotaggio