Πιλότος στα ολλανδικά

Μετάφραση: πιλότος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
loods, binnenbrengen, piloot, loodsen, vliegtuigbestuurder, proef, proefprojecten
Πιλότος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιλότος

πιλότος πολεμικής αεροπορίας, πιλότος πολιτικής αεροπορίας - ειδική σχολή, πιλότος προσόντα, πιλότος αεροσκαφών, πιλότος πολιτικής αεροπορίας, πιλότος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πιλότος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πικρόχολος στα ολλανδικά - slechtgehumeurd, kregel, gemelijk, somber, morose
  • πιλοτάρω στα ολλανδικά - loodsen, vliegtuigbestuurder, binnenbrengen, piloot, loods, navigeren, te navigeren, ...
  • πινέλο στα ολλανδικά - borstel, schuieren, ruigte, kwast, hakhoutbosje, wisser, borstelen, ...
  • πινακοθήκη στα ολλανδικά - gang, gaanderij, galerij, galerie, trans, Gallery, gallerij, ...
Τυχαίες λέξεις
Πιλότος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: loods, binnenbrengen, piloot, loodsen, vliegtuigbestuurder, proef, proefprojecten