Προσγειώνομαι στα ιταλικά

Μετάφραση: προσγειώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
atterrare, sbarcare, approdare, terra, terreno, campagna, paese, suolo, deplane
Προσγειώνομαι στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσγειώνομαι

προσγειώνομαι λεξικό γλώσσας ιταλικά, προσγειώνομαι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • προσβολή στα ιταλικά - infrazione, reato, offesa, insultare, offendere, affronto, insulto, ...
  • προσγείωση στα ιταλικά - atterraggio, pianerottolo, sbarco, di atterraggio, di destinazione
  • προσγειώνω στα ιταλικά - atterrare, suolo, approdare, paese, terra, sbarcare, campagna, ...
  • προσδένω στα ιταλικά - ormeggiare, intoppo, di traino, gancio di, intoppi, hitch
Τυχαίες λέξεις
Προσγειώνομαι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: atterrare, sbarcare, approdare, terra, terreno, campagna, paese, suolo, deplane