Φορολογούμενος στα ιταλικά

Μετάφραση: φορολογούμενος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
contribuente, contribuenti, soggetto passivo, dei contribuenti
Φορολογούμενος στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φορολογούμενος

νέος φορολογούμενος, έλληνας φορολογούμενος, φορολογούμενος κλίση, φορολογούμενος στα αγγλικά, φορολογούμενος λεξικό γλώσσας ιταλικά, φορολογούμενος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • φορέας στα ιταλικά - postino, titolare, vettore, portatore, portalettere, trasportatore, supporto, ...
  • φορητός στα ιταλικά - mobile, portatile, Portable, portatili, portabile, portatile di
  • φορολογώ στα ιταλικά - tassare, imposta, erariale, tassa, pedaggio, verde, casello, ...
  • φορτίζω στα ιταλικά - caricare, soma, fardello, aggravio, gravare, onere, carica, ...
Τυχαίες λέξεις
Φορολογούμενος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: contribuente, contribuenti, soggetto passivo, dei contribuenti