Φουντάρω στα ιταλικά
Μετάφραση: φουντάρω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fondatore, fountaro
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φουντάρω
φουντάρω ετυμολογία, φουντάρω λεξικό γλώσσας ιταλικά, φουντάρω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- φορώ στα ιταλικά - abbigliare, calzare, indossare, abbigliamento, portare, usura, all'usura, ...
- φουγάρο στα ιταλικά - ciminiera, smokestack, fumaiolo, fumaiuolo, il fumaiolo
- φουντουκιά στα ιταλικά - nocciolo, nocciola, Hazel, noccioli, noccioleti
- φουντώνω στα ιταλικά - furore, rabbia, spiegare, spargere, diffusione, propagazione, imperversare, ...
Τυχαίες λέξεις
Φουντάρω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: fondatore, fountaro
Μεταφράσεις: fondatore, fountaro