Φουντάρω στα λιθουανικά
Μετάφραση: φουντάρω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įkūrėjas, fountaro
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φουντάρω
φουντάρω ετυμολογία, φουντάρω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φουντάρω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- φορώ στα λιθουανικά - dėvėti, nešioti, drabužiai, dėvi, vilkėti
- φουγάρο στα λιθουανικά - piltuvas, smokestack
- φουντουκιά στα λιθουανικά - lazdynas, rusva, Šviesiai ruda, lazdyno
- φουντώνω στα λιθουανικά - įtūžis, įniršis, įkvėpti, ugnį iki, paleistumėte, ugnies, Kyla gniewem
Τυχαίες λέξεις
Φουντάρω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: įkūrėjas, fountaro
Μεταφράσεις: įkūrėjas, fountaro