Ψιθυρίζω στα ιταλικά
Μετάφραση: ψιθυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sussurrare, bisbigliare, sussurro, bisbiglio, sottovoce, whisper
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψιθυρίζω
ψιθυρίζω μεταφραση, ψιθυρίζω συνώνυμα, ψιθυρίζω στα αγγλικά, ψιθυρίζω αγγλικα, και ψιθυρίζω, ψιθυρίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, ψιθυρίζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ψηφοφορία στα ιταλικά - votazione, voto, di voto, votazioni, il voto
- ψηφοφόρος στα ιταλικά - elettore, votanti, degli elettori, elettori, voter
- ψιθυρισμός στα ιταλικά - bisbigliare, sussurrare, sussurrio, sussurro, sussurrando, bisbiglio
- ψιλή στα ιταλικά - ammenda, delicato, contravvenzione, bene, elegante, fine, fino, ...
Τυχαίες λέξεις
Ψιθυρίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sussurrare, bisbigliare, sussurro, bisbiglio, sottovoce, whisper
Μεταφράσεις: sussurrare, bisbigliare, sussurro, bisbiglio, sottovoce, whisper