Ψιθυρίζω στα τούρκικα
Μετάφραση: ψιθυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fısıldamak, fısıltı, fısıltısı, bir fısıltı, söylenti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψιθυρίζω
ψιθυρίζω μεταφραση, ψιθυρίζω συνώνυμα, ψιθυρίζω στα αγγλικά, ψιθυρίζω αγγλικα, και ψιθυρίζω, ψιθυρίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ψιθυρίζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ψηφοφορία στα τούρκικα - oylama, oy, oy kullanma, oylamaya, oy verme
- ψηφοφόρος στα τούρκικα - seçmen, seçmeni, seçmenlerin, seçmenin
- ψιθυρισμός στα τούρκικα - fısıldamak, fısıltı, fısıldayan, fısıldıyorlar, whispering, fısıltılı
- ψιλή στα τούρκικα - iyi, hassas, zarif, ince, güzel, para cezası, gayet iyi
Τυχαίες λέξεις
Ψιθυρίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: fısıldamak, fısıltı, fısıltısı, bir fısıltı, söylenti
Μεταφράσεις: fısıldamak, fısıltı, fısıltısı, bir fısıltı, söylenti