Ανανεώνω στα κροατικά

Μετάφραση: ανανεώνω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osvježiti, Osvježi, osvježavanja, refresh, osvježivanja
Ανανεώνω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανανεώνω

ανανεώνω συνώνυμα, ανανεώνω μεταφραση, ανανεώνω & δημιουργώ, ανανεώνω συνώνυμο, ανανεώνω και δημιουργώ, ανανεώνω λεξικό γλώσσας κροατικά, ανανεώνω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • αναμόρφωση στα κροατικά - preustrojstvo, poboljšanje, reformacijski, ispravljanje, reformacija, reformacije, Reformation, ...
  • ανανέωση στα κροατικά - ponavljanje, reprodukcija, produženje, obnove, obnova, obnovu, obnavljanje, ...
  • ανανεώσιμος στα κροατικά - obnovljive, obnovljiv, obnovljivi, obnovljivih izvora, obnovljiva, obnovljivih
  • αναπαλαίωση στα κροατικά - dovođenje, uspostavljanje, obnova, restauracija, restauracije, obnove, restauraciju
Τυχαίες λέξεις
Ανανεώνω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: osvježiti, Osvježi, osvježavanja, refresh, osvježivanja