Κόβω στα λετονικά
Μετάφραση: κόβω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
barbarisks, cietsirdīgs, nežēlīgs, atdalīt, saraut, sever
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόβω
κόβω τούφες, κόβω το τσιγάρο, κόβω ρόδα μυρωμένα, κόβω τη νύχτα στα δύο stixoi, κόβω φλέβες, κόβω λεξικό γλώσσας λετονικά, κόβω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- κωπηλασία στα λετονικά - airēšana, airu, airēšanas, Rowing, airēšanai
- κωπηλατώ στα λετονικά - strīds, ķilda, rinda, airēt, tracis, kanoe, canoe, ...
- κόκαλο στα λετονικά - asaka, kauls, kaulu, kaula, kauliem, kauli
- κόκκινος στα λετονικά - sarkans, sarkana, sarkanā, sarkano, red
Τυχαίες λέξεις
Κόβω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: barbarisks, cietsirdīgs, nežēlīgs, atdalīt, saraut, sever
Μεταφράσεις: barbarisks, cietsirdīgs, nežēlīgs, atdalīt, saraut, sever