Αναρχία στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αναρχία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
анархія, дзя
Αναρχία στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρχία

αναρχία ορισμός, αναρχία στην αρχαία ελλάδα, αναρχία και χριστιανισμός, αναρχία βιβλία, αναρχία ετυμολογία, αναρχία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναρχία στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αναρρόφηση στα λευκορωσικά - всасывать, ўсмоктвае, які ўсмоктвае
  • αναρρώνω στα λευκορωσικά - здаравець, ачуньваць, папраўляцца, ўставаць, аднаўляцца
  • αναρχικός στα λευκορωσικά - анархіст, анархіста, анархістам
  • αναρωτιέμαι στα λευκορωσικά - здзіўляцца, дзівіцца, зьдзіўляцца
Τυχαίες λέξεις
Αναρχία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: анархія, дзя