Αναρχία στα τούρκικα
Μετάφραση: αναρχία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anarşi, anarşinin, anarchy, kargaşa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναρχία
αναρχία ορισμός, αναρχία στην αρχαία ελλάδα, αναρχία και χριστιανισμός, αναρχία βιβλία, αναρχία ετυμολογία, αναρχία λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναρχία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αναρρόφηση στα τούρκικα - emme, emiş, emici, vakum
- αναρρώνω στα τούρκικα - iyileşmek, nekahet, nekahat, convalesce, iyilesmek için istirahat
- αναρχικός στα τούρκικα - anarşist, anarşist bir, bir anarşist, anarsist
- αναρωτιέμαι στα τούρκικα - mucize, şaşkınlık, harika, tansık, hayret, merak, merak ediyorum, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναρχία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: anarşi, anarşinin, anarchy, kargaşa
Μεταφράσεις: anarşi, anarşinin, anarchy, kargaşa