Αρχαιολογία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αρχαιολογία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
археалогія
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχαιολογία
αρχαιολογία της πόλης των αθηνών, αρχαιολογία πανεπιστήμιο κύπρου, αρχαιολογία και διαχείριση πολιτισμικής κληρονομιάς, αρχαιολογία θεωρίες μεθοδολογία και πρακτικές εφαρμογές, αρχαιολογία νέα, αρχαιολογία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αρχαιολογία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αρχίζω στα λευκορωσικά - начынаць, пачатак, пачало, пачаў, пачала
- αρχαίος στα λευκορωσικά - старажытны, старадаўні, старажытнае, старажытная
- αρχαιολογικός στα λευκορωσικά - археалагічны, археалягічны, археалагічны музей
- αρχαιολόγος στα λευκορωσικά - археолаг, археоляг, архэоляг, археёляг
Τυχαίες λέξεις
Αρχαιολογία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: археалогія
Μεταφράσεις: археалогія