Αρχαιολογία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αρχαιολογία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arqueologia, archeology, archaeology, a arqueologia, da arqueologia
Αρχαιολογία στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχαιολογία

αρχαιολογία της πόλης των αθηνών, αρχαιολογία πανεπιστήμιο κύπρου, αρχαιολογία και διαχείριση πολιτισμικής κληρονομιάς, αρχαιολογία θεωρίες μεθοδολογία και πρακτικές εφαρμογές, αρχαιολογία νέα, αρχαιολογία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αρχαιολογία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αρχίζω στα πορτογαλικά - princípio, olhar, começo, comece, partir, começar, abalar, ...
  • αρχαίος στα πορτογαλικά - arcaico, antigo, antiga, antiguidades, antigos, antigas
  • αρχαιολογικός στα πορτογαλικά - arqueológico, arqueológica, archaeological, arqueológicas, arqueológicos
  • αρχαιολόγος στα πορτογαλικά - arqueólogo, arqueóloga, o arqueólogo, arqueologista, do arqueólogo
Τυχαίες λέξεις
Αρχαιολογία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: arqueologia, archeology, archaeology, a arqueologia, da arqueologia