Αρχαιολογία στα τούρκικα
Μετάφραση: αρχαιολογία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
arkeoloji, arkeolojik, arkeolojisi, arkeolojinin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχαιολογία
αρχαιολογία της πόλης των αθηνών, αρχαιολογία πανεπιστήμιο κύπρου, αρχαιολογία και διαχείριση πολιτισμικής κληρονομιάς, αρχαιολογία θεωρίες μεθοδολογία και πρακτικές εφαρμογές, αρχαιολογία νέα, αρχαιολογία λεξικό γλώσσας τούρκικα, αρχαιολογία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αρχίζω στα τούρκικα - başlangıç, kalkış, başlamak, start, başlatma, bir başlangıç, başlama
- αρχαίος στα τούρκικα - eski, antik, eski bir, kadim, tarihi
- αρχαιολογικός στα τούρκικα - arkeolojik, arkeoloji, arkeolojik sit, bir arkeolojik
- αρχαιολόγος στα τούρκικα - arkeolog, bir arkeolog, arkeoloğu, arkeologdur
Τυχαίες λέξεις
Αρχαιολογία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: arkeoloji, arkeolojik, arkeolojisi, arkeolojinin
Μεταφράσεις: arkeoloji, arkeolojik, arkeolojisi, arkeolojinin